- παβονία
- (pavonia). Δέντρο των θερμών περιοχών με φύλλα αρωματικά. Ανήκει στην οικογένεια των μαλβιδών και έχει άνθη μόνοικα και μασχαλιαία. Ο καρπός χωρίζεται σε τέσσερις χώρους, καθένας από τους οποίους περιέχει ένα μικρό τριχωτό σπέρμα. Τα είδη του φυτού αυτού υπολογίζονται σε περίπου 100, από τα οποία το συνηθέστερο είναι η π. η πολυανθής, ιθαγενές φυτό της Βραζιλίας, που πολλαπλασιάζεται με μοσχεύματα. Άλλα αξιόλογα επίσης είδη είναι η π. η μακουάνα, η π. η κνιδώδης της Νότιας Αμερικής, και η π. η αειανθής της Βραζιλίας.
* * *ηβοτ. γένος αγγειόσπερμων δικοτυλήδονων ποωδών και θαμνωδών φυτών τής οικογένειας μαλβίδες με διακόσια περίπου είδη τών θερμών περιοχών.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. pavonia < λατ. pavo, -onis «παγώνι»].
Dictionary of Greek. 2013.